ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟΥ ΠΗΛΟΥ

Μανασσής Μήτρακας, Λέκτορας ΑΠΘ Άννα Περηφάνου, Φοιτήτρια Χημικός Μηχανικός Εργαστήριο Αναλυτικής Χημείας, Τμήμα Χημικών Μηχανικών, Πολυτεχνική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 54006

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο θεραπευτικός πηλός είναι το αποτέλεσμα της ωρίμανσης ενός πηλοειδούς με
θερμομεταλλικό νερό, σε κατάλληλα διαμορφωμένες δεξαμενές. Για να χρησιμοποιηθεί
ένα πηλοειδές για την παρασκευή θεραπευτικού πηλού, θα πρέπει να έχει μέγεθος κόκκων μικρότερο από 50μm, οργανική ουσία από 2-5% και οπωσδήποτε λιγότερο από 10%.

Η περιεκτικότητα του πηλοειδούς σε ελεύθερο χαλαζία, άστριους και ανθρακικά άλατα, θα πρέπει να είναι μικρότερη από 10% για το καθένα, με την προϋπόθεση ότι πληρούν τις προδιαγραφές κοκκομετρίας, ενώ είναι επιθυμητή η μεγαλύτερη δυνατή (οπωσδήποτε >60%) περιεκτικότητά του σε ορυκτά της αργίλου και κυρίως μοντμοριλλονίτη.

Τα ποιοτικά αυτά χαρακτηριστικά του πηλοειδούς διασφαλίζουν τη δημιουργία κατά την ωρίμανση ενός θεραπευτικού υλικού με άριστη μηχανική συμπεριφορά, θερμική και φαρμακοδυναμική δράση.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Θεραπευτικός πηλός είναι εκείνος ο πηλός, ο οποίος προκύπτει όταν κατάλληλο εδαφικό υλικό (πηλοειδές) έρθει σε επαφή με θερμό μεταλλικό νερό (ιαματικό) και ο οποίος ασκεί θεραπευτική δράση στον ανθρώπινο οργανισμό χάρις στη σύστασή του.

Οι θεραπευτικοί πηλοί έχουν χρησιμοποιηθεί εμπειρικά, αλλά οπωσδήποτε αποτελεσματικά, ήδη από την αρχαιότητα ως θεραπευτικά υλικά. Υπάρχουν βιβλιογραφικές αναφορές χρήσης του πηλού (Λημναία Γη) από τον ΄Ομηρο για θεραπεία τραυμάτων και τσιμπημάτων φιδιών. ΄

Ομως, μόλις το 1931 η Διεθνής Οργάνωση Ιατρικής Υδρολογίας ασχολήθηκε επιστημονικά με τους θεραπευτικούς πηλούς και καθιέρωσε τα κριτήρια ταξινόμησής τους, τις θεραπευτικές χρήσεις και τον τρόπο εφαρμογής τους [1].

Η θεραπευτική δράση του πηλού είναι διπλή: εξασκεί δράση τοπική, στην επιφάνεια του δέρματος και γενική, σε διάφορες λειτουργίες διαμέσου των αντανακλαστικών τόξων του σώματος από ουσίες που διεισδύουν μέσα στον οργανισμό.

Η δράση της πηλοθεραπείας οφείλεται κυρίως σε τρεις παράγοντες :

Μηχανικό: Επιδρά δια μέσου της υδροστατικής πίεσης, την ελάττωση της
βαρύτητας και την χαλάρωση του μυϊκού σπασμού

Θερμικό: Επιδρά δια μέσου της θερμότητας.

Χημικό: Επιδρά δια μέσου της επαφής με την επιδερμίδα ή της ιοντοανταλλαγής
διαφόρων ιόντων, όπως θειούχων, χλωριούχων, και οργανικών χημικών ενώσεων.
Η δράση του μηχανικού παράγοντα καθώς και της θερμότητας, η οποία αυξάνει την
τοπική αιμάτωση, έχουν ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση ουσιών που θεωρούνται
υπεύθυνες για τη δημιουργία φλεγμονής. Παράλληλα, η θερμότητα έχει αποιδηματική
δράση και είναι ευνοϊκότερη σε μη φλεγμονώδεις παθήσεις του μυοσκελετικού
συστήματος.

Η χημική δράση του πηλού οφείλεται τόσο στα ανόργανα όσο και στα
οργανικά συστατικά του.

Οι φαρμακευτικές θεραπευτικές ιδιότητες των πηλών, οι οποίες οφείλονται σε ανόργανα συστατικά κυρίως είναι:

α. Η αντισηπτική ικανότητα

β. Η ικανότητα ανταλλαγής ουσιών (δέρμα – πηλός)

Στους θεραπευτικούς πηλούς εκτός από τα ανόργανα συστατικά υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό οργανικών συστατικών, προϊόντων μεταβολισμού των διαφόρων
μικροοργανισμών του πηλού, που ανήκουν στα αντιβιοτικά και στεροειδή και στα οποία επίσης αποδίδεται η φαρμακοδυναμική δράση του πηλού [2].

Επισημαίνεται στο σημείο αυτό με έμφαση, ότι για να αποκτήσει ένας πηλός
θεραπευτικές ιδιότητες θα πρέπει να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:

α. Η πρώτη ύλη, δηλαδή το πηλοειδές, πρέπει να έχει κατάλληλα φυσικοχημικά και
ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
β. Να έχει χαμηλή κοκκομετρική κατανομή μεγέθους κόκκων και
γ. Να έχει υποστεί μια πολύπλοκη βιολογική διεργασία, η οποία ονομάζεται
“ωρίμανση”.

Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η ανάλυση και ο σχολιασμός των προϋποθέσεων αυτών.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΩΡΙΜΑΝΣΗΣ ΠΗΛΟΥ

Οι θεραπευτικές ιδιότητες του πηλού, οι οποίες τον καθιστούν διαφορετικό από μία
κοινή ζεστή λάσπη, αποκτώνται κατά την διάρκεια μιας αργής και σύνθετης φυσικοχημικής και βιολογικής διεργασίας, η οποία ονομάζεται «ωρίμανση»[3].

Η διεργασία διαρκεί μία μεγάλη χρονική περίοδο, η οποία κυμαίνεται από μερικούς μήνες έως ένα έτος. Ο ώριμος πηλός είναι το τελικό προϊόν επαφής εντός των ειδικών δεξαμενών του πηλοειδούς με θερμομεταλλικό νερό[4].

Κατά τη διάρκεια της επαφής του πηλοειδούς με το νερό αρχίζει επίσης ο εμπλουτισμός του με ιχνοστοιχεία από το θερμομεταλλικό νερό και οργανικά συστατικά, τα οποία προέρχονται από την ανάπτυξη (in vitro) διαφορετικών μικροοργανισμών και κυρίως διαφορετικών ειδών αλγών στη δεξαμενή ωρίμανσης του πηλού.

Οι σημαντικότεροι μικροοργανισμοί που συμμετέχουν στη βιολογική διεργασία της ωρίμανσης είναι οι μπλε – πράσινες άλγες (Κυανοφύκη), οι πράσινες άλγες “Chara pistienensis” και οι μπλε – πράσινες άλγες “Oscillatoriaceae” [5].

Οι άλγες αυτές με την δράση τους και τα προϊόντα μεταβολισμού τους, σε συνδυασμό με το νερό, μεταβάλλουν τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του πηλοειδούς, μετατρέποντάς το σε ώριμο πηλό, εμπλουτισμένο με πληθώρα οργανικών ενώσεων, που έχουν φαρμακοδυναμική επίδραση στον άνθρωπο.

Η μεταβολή των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών του πηλοειδούς κατά την επαφή του με το θερμομεταλλικό νερό συνίσταται στη διάσπαση, με τη βοήθεια των μικροοργανισμών, των σωματιδίων της αργίλου σε μικρότερα, με συνέπεια την καλύτερη επαφή τους με την υγρή φάση. Επειδή δηλαδή, η επιφανειακή πυκνότητα των ηλεκτροστατικών φορτίων είναι σχετικά μικρή, φυλλόμορφες δομικές μονάδες των αργίλων ανοίγουν και επιτρέπουν την είσοδο μεταξύ αυτών πολικών μορίων, όπως είναι το νερό (ενυδάτωση πηλού) και ορισμένες οργανικές ενώσεις και ιόντα, τα οποία εναλλάσσονται κατά την εφαρμογή του πηλού.

Αποτέλεσμα της διεργασίας αυτής είναι επίσης η επίτευξη πλαστικότητας στον πηλό, με αποτέλεσμα την καλύτερη μηχανική συμπεριφορά του πηλού, η οποία είναι απαραίτητη κατά την τοπική κυρίως εφαρμογή του.

Η πλαστικότητα αποτελεί μέτρο της ικανότητας του πηλού να διαμορφώνεται σε διάφορα σχήματα. Είναι πολύπλοκο φαινόμενο που εξαρτάται από την κατανομή μεγέθους των σωματιδίων και το είδος των ορυκτών, τη συνολική σε κατιόντα εναλλακτική ικανότητά του, καθώς επίσης και από το ποσοστό του περιεχόμενου νερού (υδατοχωρητικότητα). Η αύξηση της ικανότητας συγκράτησης νερού από τον πηλό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοχωρητικότητάς του, με συνέπεια τη βελτίωση της θερμικής δράσης του.

Από τα παραπάνω καθίσταται προφανές ότι τo είδος και το μέγεθος των σωματιδίων του πηλού επηρεάζουν καθοριστικά την υδατοχωρητικότητα και την θερμοχωρητικότητά του, καθώς επίσης και τη μηχανική συμπεριφορά του, ιδιότητα καθοριστική για την ομοιόμορφη επικάλυψη της επιδερμίδας από τον πηλό.

Οταν το μέγεθος των σωματιδίων σε ένα πηλό, είναι μεγαλύτερο από τα 50 μm, τότε οι δυνάμεις συνάφειας μεταξύ τους είναι ιδιαίτερα χαλαρές και οφείλονται κυρίως στη επιφανειακή τάση του φιλμ νερού που τα περιβάλλει. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να συμπεριφέρονται ως ανεξάρτητα σωματίδια και όχι ως ένα ενιαίο σύνολο νερού-εδαφικού υλικού με καθορισμένη συμπεριφορά.

Συνεπώς σε ένα πηλοειδές δεν θα πρέπει να υπάρχουν σωματίδια μεγέθους μεγαλύτερου των 50μm με συγκεκριμένη κρυσταλλική δομή, όπως είναι ο χαλαζίας, οι άστριοι, το ανθρακικό ασβέστιο, ο δολομίτης κ.ά. [5].

Στα σωματίδια με μέγεθος από 50 έως 5μm αναπτύσσονται μοριακές δυνάμεις μεταξύ
τους, οι οποίες είναι μεγαλύτερες από τη δύναμη βαρύτητας. Ετσι, τα σωματίδια
προσκολλώνται μεταξύ τους σχηματίζοντας αλυσίδες τριών διαστάσεων με πόρους (κενό χώρο) μεγαλύτερο από αυτό των στερεών, ο οποίος καλύπτεται από το νερό και εξηγεί τη μεγάλη υδατοχωρητικότητα του πηλού [5].

Τα σωματίδια με μέγεθος μικρότερο από 5 μm, όπως είναι ο μοντομοριλλονίτης, ο
καολίνης, τα άλλα ορυκτά της αργίλλου και κυρίως η λιγνίνη και τα χουμικά συστατικά, σχηματίζουν σπογγώδεις κολλοειδείς σχηματισμούς που αυξάνουν την πλαστικότητα του πηλού (Εικόνα 1). Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται όταν όλα τα σωματίδια έχουν ασθενές ομώνυμο ηλεκτρικό φορτίο και το υγρό είναι φορτισμένο αντίθετα.

Κατά την ωρίμανση του πηλού, το αρνητικό φορτίο των χούμων, των αργίλλων και των άλλων σωματιδίων, εξουδετερώνεται στην υγρή φάση από κατιόντα. Όταν τα εξουδετερωμένα σωματίδια σχηματίζουν κολλοειδή, κολλούν το ένα με το άλλο σχηματίζοντας φυλλόμορφα συσσωματώματα, τα οποία στη συνέχεια θρομβώνονται προς μια σπογγώδη μάζα [5].

Στη περίπτωση αυτή, ο όγκος των πόρων που καταλαμβάνει το νερό είναι μεγαλύτερος από τον όγκο των στερεών συστατικών, γεγονός που σημαίνει αυξημένη υδατοχωρητικότητα του πηλού και συνεπώς αυξημένη θερμοχωρητικότητα.
Η διαδικασία της ωρίμανσης του πηλού χαρακτηρίζεται επίσης από μεταβολές στο
ηλεκτρικό δυναμικό του. Μια κοινή λάσπη έχει μέση τιμή ηλεκτρικού δυναμικού περίπου +50mV.

Κατά την διάρκεια της ωρίμανσης το δυναμικό μεταβάλλεται κατά -150 έως -200mV και το χρώμα της λάσπης από καφέ γίνεται μαύρο, εξ’αιτίας της δράσης των θερμόφιλων θειοαναγωγικών βακτηρίων, τα οποία ανάγουν τα θειϊκά σε θειούχα. Η διαδικασία της ωρίμανσης του πηλού συνοδεύεται δηλαδή από μεταβολές στο ηλεκτρικό δυναμικό από 50mV, έως ένα ελάχιστο περίπου -250mV, το οποίο σταθεροποιείται συνήθως στην κατάσταση ισορροπίας σε τιμές μεταξύ -200 και -50mV.

Η ύπαρξη οργανικών συστατικών στο πηλοειδές επιταχύνει την διεργασία της αναγωγής και κατά συνέπεια επιταχύνει την διαδικασία της ωρίμανσης. Το ποσοστό της οργανικής ουσίας, που είναι απαραίτητο για την επιτάχυνση της ωρίμανσης είναι σχετικά μικρό κυμαίνεται σε ποσοστό από 2-5% [5].

Το ποσοστό αυτό της οργανικής ουσίας συμμετέχει καθοριστικά και στην αύξηση της C.E.C. του πηλού, γεγονός που βελτιώνει την χημική δράση του πηλού, ενώ ο εμπλουτισμός του πηλού με θειούχες ενώσεις ενισχύει την αγγειοδυναμική του συμπεριφορά και την θεραπευτική του δράση έναντι των δερματικών παθήσεων.

ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΗΛΟΕΙΔΟΥΣ

Με βάση τα όσα σε έκταση αναφέρονται στο τμήμα της ωρίμανσης του πηλού,
καθίσταται σαφές ότι :

Για να χρησιμοποιηθεί ένα πηλοειδές για την παρασκευή πηλού θα πρέπει να πληρεί
ορισμένες προδιαγραφές.

Στη φύση είναι αδύνατη η εύρεση κοιτασμάτων πηλοειδών και επομένως αυτά θα
πρέπει να προκύψουν από την επεξεργασία κατάλληλων εδαφικών υλικών.

Δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό πηλοί χαρακτηρισμένοι κατά
την εδαφολογική ένοια.

Πηλός κατά την εδαφολογική έννοια, είναι ένα ίζημα, το οποίο
αποτελείται από άμμο, ιλύ και άργιλλο σε διαφορετικές αναλογίες, λαμβανομένου υπ’όψιν του ποσοστού των χημικών συστατικών που περιέχονται.
Αυτά με την σειρά τους αποτελούνται από διάφορα ορυκτά, τα πλέον συνηθισμένα των οποίων είναι ο χαλαζίας, οι άστριοι, το ανθρακικό ασβέστιο και τα ορυκτά της αργίλου μοσχοβίτης, μοντμοριλλονίτης, καολίνης κ.ά.

Είναι σαφές, επομένως, ότι υλικά με αυτόν τον ποιοτικό χαρακτηρισμό δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή θεραπευτικού πηλού.

Το γεγονός ότι στη φύση είναι αδύνατον να βρεθεί ένα υλικό που να πληρεί όλες τις προϋποθέσεις για την παρασκευή θεραπευτικού πηλού, αποδεικνύεται και από την μελέτη των δύο κυρίων φυσικών κοιτασμάτων θεραπευτικού πηλού στη χώρα μας, στην Πικρολίμνη Κιλκίς και στις Κρηνίδες Καβάλας [7].

Τα θεραπευτικά τους αποτελέσματα είναι αδιαμφισβήτητα, όμως είναι κοινό μυστικό μεταξύ των επισκεπτών ότι υπάρχουν “τεμαχίδια” πηλού που ενοχλούν κατά την εφαρμογή, καθώς επίσης ότι οι πηλοί δεν έχουν άριστη εφαρμογή εξαιτίας της μικρής πλαστικότητάς τους. Αμφότερα τα μειονεκτήματα οφείλονται στην ορυκτολογική σύσταση των πηλών με την υψηλή περιεκτικότητά τους σε άστριους, καθώς και χαλαζία στην περίπτωση των Κρηνίδων (Πίνακας 1), καθώς επίσης και στην ύπαρξη κοκκομετρικών κλασμάτων μεγέθους πάνω από 44μm (Πίνακας 2).

Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν στην διεργασία ωρίμανσης του πηλού, φαίνεται
καθαρά ότι η ανάπτυξη της πηλοθεραπείας στην Ελλάδα ξεκινά από τον εντοπισμό
εδαφικών αποθεμάτων κατάλληλων για την παρασκευή πηλοειδούς.

Τα χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν την ποιότητα ενός πηλοειδούς και την καταλληλότητά του για την παρασκευή θεραπευτικού πηλού συνοψίζονται στη χημική και ορυκτολογική σύσταση, καθώς επίσης και στην κοκκομετρία του πηλοειδούς.

Χημική και ορυκτολογική σύσταση: Είναι επιθυμητή η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη
περιεκτικότητα του πηλοειδούς σε ορυκτά της αργίλου και από αυτά περισσότερο
επιθυμητή είναι η παρουσία του μοντμοριλλονίτη (Πίνακας 3), εξαιτίας της υψηλής C.E.C. του και της πλαστικότητας που προσδίδει στον ώριμο πηλό [8]. Κάθε μία από τις ενώσεις άστριοι, χαλαζίας, ανθρακικό ασβέστιο και δολομίτης, είναι επιθυμητό να μην υπερβαίνει το 10% [9], υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις προδιαγραφές κοκκομετρίας, επειδή επηρεάζουν αρνητικά την πλαστικότητα του πηλού (Πίνακας 3).
Συγκεντρώσεις οργανικής ουσίας από 2-5% επιταχύνουν την ωρίμανση του πηλού
(Πίνακας 3), διευκολύνουν την δημιουργία θειούχων ενώσεων, οι οποίες έχουν
αγγειοδυναμική συμπεριφορά και θεραπευτική δράση σε διάφορες παθήσεις, αυξάνουν την C.E.C. του πηλού και την πλαστικότητά του. Συγκεντρώσεις οργανικής ουσίας και κυρίως τύρφης, μεγαλύτερες από 10% συνήθως δεν διαμερίζονται στο νερό, με αποτέλεσμα να ελαττώνουν την πλαστικότητα του πηλού και γενικά να υποβαθμίζουν τη μηχανική συμπεριφορά του.

Κοκκομετρική σύσταση: Απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη πλαστικότητας
στον ώριμο πηλό είναι η ύπαρξη σωματιδίων με μέγεθος μικρότερο από 50 μm, αφού
σωματίδια μεγαλύτερου μεγέθους προσδίδουν στο πηλό τραχεία υφή και τον καθιστούν ακατάλληλο για επάλειψη. Η χαμηλή κοκκομετρία επιτρέπει την ευκολότερη παραπέρα διάσπαση των σωματιδίων των αργίλων σε μικρότερα κατά την ωρίμανση, επιτρέπει την ομοιόμορφη διασπορά της στερεάς φάσης στη υγρή, με αποτέλεσμα την βελτίωση της πλαστικότητας του πηλού και την αύξηση της υδατοχωρητικότητας και της θερμοχωρητικότητάς του και συνεπάγεται αύξηση της C.E.C. καθώς ο αριθμός των θέσεων εναλλαγής κατιόντων αυξάνεται με την ελάττωση του μεγέθους των σωματιδίων.

Συμπερασματικά, αποτέλεσμα της ωρίμανσης ενός πηλοειδούς με θερμομεταλλικό νερό είναι η δημιουργία θεραπευτικού πηλού, δηλαδή η δημιουργία ενός υλικού τέλειας ανάμιξης και ομοιόμορφης διασποράς της στερεάς φάσης μέσα στην υγρή σε ποσοστό 50 +5% w/w που συγκεντρώνει τα πλεονεκτήματα της κάθε φάσης.

Το μεγάλο ειδικό βάρος του πηλού (1,4-1,6 g/mL) επιτρέπει τη χωρίς προσπάθεια επίπλευση του ανθρώπου κατά την ολική εμβάπτισή του, ενώ παράλληλα ελλατώνει το μυικό σπασμό διευκολύνοντας την κίνηση. Η ταυτόχρονη παρουσία στον πηλό των στερεών και του νερού έχει επίσης και ως στόχο τη βελτίωση της θερμικής συμπεριφοράς του για καλύτερη θερμική θεραπευτική δράση. Το νερό με τη μεγάλη ειδική του θερμότητα αυξάνει τη θερμοχωρητικότητα του πηλού, ενώ τα στερεά ως κακοί αγωγοί της θερμότητας μειώνουν τη θερμική αγωγιμότητα του πηλού αυξάνοντας την κατακράτηση θερμότητας.

Διαμέσου της διαβατότητας του δέρματος και με διαδικασίες ιοντοεναλλαγής, ο πηλός προσδίδει στον ανθρώπινο οργανισμό ιχνοστοιχεία και ενώσεις με φαρμακοδυναμική δράση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Teleki N., Munteanu L., Stoicescu C., Teodoreanu E. And Grigore L. SPA Treatment in
    Romaniα Sport-Tourism Publishing House. Bucharest 1985: 71-6.
  2. Χαϊδά Χρ., Διόμου Χ. Θεραπευτικοί Πηλοί. Πρακτικά 2ου Διεθνούς Συνεδρίου για τα
    Θερμομεταλλικά Νερά. Οργάνωση Σύνδεσμος Δήμων και Κοινοτήτων Ιαματικών
    Πηγών Ελλάδας. Θεσσαλονίκη 1990: 325-332.
  3. Zanche D.P. Thermal Therapy in the Euganean Basin. Zanche D.P. Ed. Terme Euganee
    1988: 19.
  4. Pisani S. I Peloidi, , Idroclimatologia Clinica. Cappelli Ed. Bologna 1951: 2 : 1229
  5. Prat S. and Brozek B. Biology and Physics of Peloids. Medical Hydrology. E. Licht Ed.
    New Haven 1963: 7: 254.
  6. Curri S.B. and Ricci G. Atti XLII Congr. Naz. Ass. Med. Ital. Idrocl. Talass. e Ter.
    Fisica. Acqui 1971: 3. (In Italian).
  7. Mitrakas M. And Sikalidis C. Chemical and Mineralogical Characteristics of Greek
    Muds and Peloids. Chimica Chronica. New Series. 1993: 22: 171-182..
  8. Αλεξιάδης Κ. Φυσική και Χημική Ανάλυση του Εδάφους. Θεσσαλονίκη 1981: 123.
  9. Bianchi-Porro G. Atti XLII Congr. Naz. Ass. Med. Ital. Idrocl. Talass. e Ter. Fisica.
    Acqui 1971: 297. (In Italian)

1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Υδροθεραπείας με Διεθνή Συμμετοχή, Λαμία, 15 6 -17 Μαΐου 1998